Friday, March 23, 2012

ΑΨΥΧΟΣ…


(Ένα μικρό απόσπασμα από την συλλογή διηγημάτων που ετοιμάζω.
Είναι ένας διάλογος μεταξύ του Αγαμέμνονα και του Άδη)

Δεν βλέπω φόβο στα μάτια σου, κι ας ξέρεις ποιος είμαι

Μια ζωή μ’ ακολουθείς, δεν με τρομάζεις πια

Παίζεις με την φωτιά Αγαμέμνων…δεν το έχω σε τίποτα να σου πάρω την ψυχή

Θέλεις να νοιώσεις για πρώτη φορά πως είναι να πεθαίνεις κάθε μέρα;
Πάρτη…χάρισμα σου

Ψυχές σαν την δική σου Ατρείδη δεν τις γεύομαι…τις κάνω στάχτη

Χα! Μα στάχτη θα σου δώσω Άδη…καυτή και γκρίζα σαν τις μνήμες που κρύβει μέσα της

Για πόσο ακόμα θα την περιμένεις;

Εσύ για πόσο ακόμα θα την κρατάς;

Για όσο συνεχίζεις να την αγαπάς

Τότε…θα κουραστείς να με κοιτάς…
Μου λείπει όσο η νύχτα στο φεγγάρι
Θα την περιμένω όπως ο ήλιος την αυγή
Θα την αγαπώ μέχρι να λειώσεις εσύ

Δεν έχεις καταλάβει ακόμα τι σημαίνει πραγματικά πόνος ψυχής θνητέ

Δεν έχεις καταλάβει τόση ώρα ότι μιλάς σ’ έναν άψυχο αθάνατε…

Χρήστος Καριώτης.







ΤΟΤΕ ΠΟΥ ΑΛΛΑΞΕΣ ΜΟΡΦΗ…

Θυμάσαι εκείνη τη νύχτα που είχες πάρει την μορφή της μέδουσας;
Τότε που φοβόμουνα να σε κοιτάξω στα μάτια;
Δεν ήθελα να κάνεις πέτρα τα όνειρά μου…δεν ήθελα να τα στείλεις στη λήθη.
Δεν σου χάρισα ούτε ένα βλέμμα από τότε.
Δεν σταμάτησες ποτέ να προσπαθείς να μου κλέψεις ένα…

Σήμερα για πρώτη φορά ξύπνησα απ’ το κελάιδισμα των πουλιών
κι όχι από τον μόνιμο εφιάλτη μου.
Όμως τον ξέρω καλά αυτόν τον γ@μημένο…
Είναι κάπου εκεί σε μια σκοτεινή γωνιά του μυαλού μου και περιμένει…
Μαζεύει δηλητήριο.
Όμως τόσα χρόνια που χάραζε τις σάρκες μου άφησε μπόλικο απ’ αυτό στις φλέβες μου. Τώρα έχω περισσότερο απ’ αυτόν.


Χρήστος Καριώτης.


ΑΚΟΥΤΕ ΘΕΟΙ…

Ακούτε εκεί έξω;
Ακούτε θεοί;
Σταθείτε μακριά μου
κρυφτείτε
Ακούτε θεοί;
Εγώ είμαι…ο τρελός
Κοιτάξτε με
Μπροστά σας στέκομαι…όρθιος
Δεν είμαι ταπεινός…είμαι ερωτευμένος
Κι ο Έρωτας δεν είναι ταπεινός…είναι…Θάνατος κι Αθάνατος
Ακούτε θεοί;
Δεν είμαι θνητός…είμαι καταραμένος…
Να είμαι συνεχώς ερωτευμένος…

Ακούτε…θεοί;

Χρήστος Καριώτης.

ΠΑΝΤΑ ΕΛΕΙΠΕΣ...

Τα πικρά σου λόγια
σκάνε με δύναμη πάνω μου και χάνονται
Το ευτυχισμένο τέλος
δεν χτύπησε ποτέ την πόρτα μας

Και λυπάμαι...
Για κάθε αυγή που χάσαμε
εγκλωβισμένοι στο σκοτάδι μας
για κάθε άδειο βλέμμα που ανταλλάξαμε
κάτω από ένα γεμάτο φεγγάρι

Δεν άφησες ποτέ την καρδιά σου να χτυπήσει
έξω απ' την πανοπλία που της είχες φορέσει
Δεν προσπάθησα ποτέ
ν' ακούσω τον ήχο της

Πάντα έλειπες...
Δεν θα μου λείψεις...

Χρήστος Καριώτης.

ΑΓΕΝΝΗΤΟΣ

Σ' ένα υπόγειο σκοτεινό
ξεψυχάω...αδειάζω...αναλώνομαι
εδώ γεννήθηκα...τρωτός
εδώ έζησα...νεκρός
εδώ πεθαίνω...ζωντανός
Δεν υπήρξα για κανέναν
δεν πίστεψα σε κανέναν
δεν θα λείψω σε κανέναν
σ' όλο μου τον...θάνατο...έμπαινα λαθραία μέσα σε όνειρα
κι έκλεβα τις όμορφες στιγμές
Τώρα που θα κλείσω τα μάτια και θα...ζήσω
θα τις επιστρέψω στους νόμιμους κατόχους τους...σάπιες
Ξέρεις μητέρα... μερικές φορές αναρωτιέμαι...
γιατί με σκότωσες;

Χρήστος Καριώτης.


ΗΡΘΕΣ...ΠΑΓΩΣΕΣ...ΑΝΤΙΟ


Ήρθες κοντά μου
σ' άγγιξα, σ' ένοιωσα
Έλιωσα...για σένα...
γυναίκα μου

Βιαστικό φιλί...άνοστο
έτσι σε θυμάμαι...μάτια μου
να τρέχεις, να φεύγεις
να υπόσχεσαι...αγάπη μου

Συνήθισα στην απουσία σου
Είναι πιο ανώδυνη από σένα
Έχει μάτια μόνο για μένα
και ξέρει ν' ακούει

Χρήστος Καριώτης.

ΜΙΑ ΑΝΑΣΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΙΚΗ…

(Ένα μικρό απόσπασμα από μια συλλογή διηγημάτων που ετοιμάζω με τίτλο 9+1 χαμένα “ Σ’ αγαπώ”)

Στάθηκε κάτω απ’ την δυνατή βροχή μες την νύχτα
Ολόγυμνη…με τα μάτια κλειστά
Αισθάνθηκε σα να ξαναγεννιόταν
Έκανε μια ευχή… “Ν’ ανοίξω τα μάτια μου και να μη θυμάμαι τίποτα”
Ήθελε η ζωή της ν’ αρχίσει να μετράει από εκείνη την στιγμή
Κρύωνε…αλλά στεκόταν εκεί
Φοβόταν… αλλά στεκόταν εκεί
Η βροχή δυνάμωσε. Ένοιωθε την κάθε σταγόνα σαν καρφί που της μάτωνε το κορμί
Όμως δεν κουνήθηκε απ’ την θέση της
Έπρεπε να ξεχάσει
Δεν μπορούσε να ανοίξει τα μάτια της και να φύγει από εκεί αν πρώτα δεν ξεχνούσε τα πάντα.
Ένοιωθε σιγά - σιγά τις σκέψεις της να την αφήνουν…
Πρώτα έσβησε η εικόνα εκείνου…την ώρα που ξέσπαγε όλη την οργή του επάνω της
Μετά τα βλέμματα των περαστικών που την κοίταζαν λες και ήταν κάποιο πληγωμένο κουταβάκι αλλά δεν το πλησίαζαν για να μην λερώσουν τα χέρια τους…
Μέχρι που σφράγισε την πόρτα του παρελθόντος
Τώρα μπορούσε να ανοίξει τα μάτια της και να κάνει μια νέα αρχή…
Όμως ένοιωσε τα βλέφαρά της να έχουν βαρύνει…της ήταν αδύνατον να τα σηκώσει…
Αισθάνθηκε κουρασμένη…
Διαλυμένη…
Η βροχή είχε σταματήσει…

Όταν βγάλαμε την Αλίκη απ’ την παγωμένη θάλασσα ήταν μελανιασμένη
σ’ όλο της το σώμα…όχι όμως μόνο λόγο της χαμηλής θερμοκρασίας…
Πίστεψα πως ήταν νεκρή…όμως όχι
Ο νεαρός γιατρός του Λιμενικού που την επανέφερε στη ζωή έβαλε τα κλάματα
και έτρεμε περισσότερο από την Αλίκη εκείνη την στιγμή.

Οι γιατροί στο νοσοκομείο είπαν πως έμεινε πολλή ώρα κάτω απ’ το νερό και πειράχτηκαν κάποια εγκεφαλικά κύτταρα. Η Αλίκη δεν θα ήταν ποτέ ποια η ίδια…

Μία απ’ τις λίγες φορές που με θυμήθηκε όταν την επισκέφτηκα μου είπε:
“Γιατί αυτός δεν ήρθε ποτέ να με δει; Θα τον συγχωρούσα αν ερχόταν…”

Η Αλίκη κάθε μέρα κάνει αυτή την βουτιά θανάτου στην παγωμένη θάλασσα
της λησμονιάς και πάντα κάποιο χέρι την αρπάζει απ’ τα μαλλιά και την τραβάει στην επιφάνεια για μια ανάσα.
Μια ανάσα που πονάει σαν καυτό σίδερο πάνω στο δέρμα…

Χρήστος Καριώτης.

ΓΙΑ ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΕΠΟΧΕΣ...

Για μια άνοιξη που δεν ήρθε ποτέ
γιατί δεν ήσουν εκεί να χαϊδέψεις το χώμα

Για ένα καλοκαίρι που ποτέ δεν έφυγε
γιατί κάθε του ημέρα την χάραξες πάνω στο κορμί μου

Για ένα φθινόπωρο που δεν άλλαξε φορεσιά...κράτησε την γύμνια του
έτσι όπως είναι η ψυχή μου χωρίς εσένα

Για ένα χειμώνα που δεν πρόλαβε να παγώσει
γιατί κάθε βράδυ του μιλούσα για σένα...

Χρήστος Καριώτης.

ΑΓΚΑΘΙ...

Θα σε θυμάμαι...
για κάθε “σ' αγαπώ”
που γλυκά μου ψιθύρισες
Για κάθε φτερούγισμα που χάρισες
στην καρδιά μου

Θα σε θυμάμαι...
για κάθε άλικο φιλί
που ζωγράφισες στα χείλη μου
για κάθε διαβολεμένη νύχτα
που βυθίστηκα μέσα σου...

Θα σε θυμάμαι
όταν δεν θα ξημερώνει...γιατί δεν θα είσαι εδώ
να με φιλήσεις στα μάτια
όταν η σιωπή θα γίνεται εκκωφαντική

Θα με θυμάσαι
όταν στην θέα ενός τριαντάφυλλου...
θα εστιάζεις στ' αγκάθια...

Χρήστος Καριώτης.

ΤΑ ΔΙΚΑ ΜΟΥ ΦΤΕΡΑ...

Είμαι απλώς ένα παιχνίδι...το παιχνίδι σου
δεν σπάω, δεν πονάω, δεν ματώνω
Όταν με κράτησες στα χέρια σου για πρώτη φορά
ήμουν όλη σου η ζωή
Όταν άρχισα να φθείρομαι με έβαλες στο κουτί μου
και με ξέχασες
Όμως μαζί με το παιχνίδι φθείρεται και ο κάτοχος του
και τις περισσότερες φορές αν το παιχνίδι είναι φτιαγμένο
από καλό υλικό αντέχει περισσότερο απ' αυτόν

Κάποιες στιγμές όταν αισθάνομαι μοναξιά μες το κουτί μου
όταν παγώνω απ' το φόβο μήπως δεν ξαναβγώ στο φως...

Φτιάχνω πολύχρωμες εικόνες με την φαντασία μου
βλέπω ήλιους και φεγγάρια αγκαλιά
Αστέρια που πέφτουν πριν καν γεννηθούν
κι εκεί που σκάνε να παίρνουν φτερά...και να πετάνε ξανά

Όταν θα βγω κάποια στιγμή απ' το κουτί μου
εύχομαι να μην είσαι κοντά
γιατί τότε θα κόβουν σαν μαχαίρια
τα δικά μου φτερά...

Χρήστος Καριώτης.

ΜΙΑ ΨΥΧΗ ΓΙΑ ΤΟΝ…




Κάποτε ήταν ένα νεαρό αγόρι που λεγόταν Πλούτωνας
Πατέρας του ήταν ο Κρόνος. Σκληρός κι εκδικητικός.
Η μητέρα του η Ρέα αντίθετα ήταν καλόκαρδη κι ευγενική.
Ο Πλούτωνας ήταν γλυκομίλητος και πάντα χαμογελαστός.
Είχε το χαρακτήρα της μητέρας του και μόνο σ’ εκείνη είχε εμπιστευθεί το μυστικό του.
Ήταν ερωτευμένος με μια πανέμορφη κοπέλα που ονομαζόταν Ψυχή.

Αν το μάθαινε ο Κρόνος θα την σκότωνε γι’ αυτό έπρεπε να ήταν πολύ
προσεκτικός κάθε φορά που την συναντούσε ώστε να μην τους δει κανείς.
Η Ψυχή ήταν η ίδια του η ζωή, την λάτρευε και του ήταν αδύνατον να αντέξει στην σκέψη ότι μπορεί κάποια στιγμή να την έχανε.
“Θέλω να μείνεις για πάντα μαζί μου…θέλω να γίνουμε ένα…” της έλεγε κάθε φορά που την έβλεπε. Αυτή του χαμογελούσε και βυθιζόταν μες την ζεστή αγκαλιά του.

Στα περισσότερα όνειρα όμως κάποια στιγμή ανοίγει ρωγμή ένας εφιάλτης.
Ο Κρόνος το έμαθε. Δεν σκότωσε όμως την Ψυχή…απλά της έδωσε δύο επιλογές.
“Η θα φύγεις για πάντα η ο Πλούτωνας θα πεθάνει απ’ τα ίδια μου τα χέρια” της είπε γεμάτος μίσος.

Η Ψυχή στην σκέψη ότι θα έχανε ο αγαπημένος της την ζωή του για χάρη της έφυγε χωρίς δεύτερη σκέψη. Όμως τον σκεφτόταν συνεχώς, δεν άντεχε μακριά του. Αποφάσισε λοιπόν να δώσει τέλος στο μαρτύριο της και πήγε στην φίλη της την Λήθη. Εκείνη της άγγιξε την καρδιά και την έσπρωξε με δύναμη στο Έρεβος.
Εκατομμύρια ψυχές γεννήθηκαν απ’ την πτώση της…

Ο Πλούτωνας μαράζωσε… Η καρδιά του σταμάτησε…δεν χρειαζόταν να χτυπάει πια αφού είχε χάσει την αγαπημένη του Ψυχή.

Το βλέμμα του σκοτείνιασε. Τα δάκρυά του πέτρωσαν ακριβώς κάτω απ’ τα μάτια του.
Από τότε κάθε φορά που την θυμάται το δάκρια αυτά τον καίνε σαν λάβα και κλέβει μια ψυχή μήπως και σταθεί τυχερός…μήπως είναι εκείνη.

Δεν θα σταματήσει να παίρνει ψυχές…μέχρι να βρει την δική του.

Χρήστος Καριώτης

Wednesday, March 7, 2012

Η ΛΗΘΗ…ΔΕΝ Σ’ ΑΓΓΙΞΕ…


Είπες κάτι που με γύρισε πίσω
Σ’ ένα μακρινό παρελθόν που ήθελα να ξεχάσω
Σε μια οπτασία που με στοίχειωσε
Σε δυο μάτια που φυλακίστηκαν μες τα δικά μου

Μια απώλεια που μ’ ακολουθεί για χρόνια σαν σκιά
Ίχνη από γλυκόπικρες μνήμες όπου κι αν κοιτάξω
Προσπαθώ να περάσω μέσα από έναν τοίχο
Ενώ λίγο πιο πέρα υπάρχει μια ορθάνοιχτη πόρτα

Μια μάχη μ’ έναν δαίμονα που έμεινε ελεύθερος
Όταν η ψυχή που κατοικούσε άλλαξε ουρανό
Μες τα γκρίζα του φτερά κουβαλάει μια ετοιμοθάνατη ανάμνηση
που μοιάζει σαν σύννεφο έτοιμο να εκραγεί και να της δώσει πάλι ζωή

Ίσως είναι καιρός να κάνω ένα βήμα πίσω
Να προφτάσω τη λήθη…όσο έχει ακόμη τα μάτια ανοιχτά…

Τελικά…
Μου θύμισες κάτι που…νόμιζα πως ήθελα να ξεχάσω.

Χρήστος Καριώτης

Η ΝΕΦΕΛΗ ΚΙ Ο...ΣΚΟΤΕΙΝΟΣ



Η Νεφέλη έγραφε την λέξη έρωτας με ένα τεράστιο έψιλον και τα υπόλοιπα πέντε γράμματα τα αντικαθιστούσε με καρδιές
“Έτσι πρέπει να γράφεται ο έρωτας” έλεγε με περισπούδαστο ύφος
Εκείνος της έλεγε ότι γράφεται μ’ ένα μεγάλο ερωτηματικό και πολλά αποσιωπητικά, γιατί είναι άτιμο πράμα αυτός ο Φτερωτός.
“Ω! Πάψε «σκοτεινέ»…σ’ έχουν στοιχειώσει ο Πόε και ο Ρεμπώ…ξέχνα τους αυτούς
Εγώ είμαι εδώ για σένα τώρα, εγώ είμαι το βιβλίο σου…διάβασέ με μέχρι την τελευταία μου σελίδα”. Ήταν η απάντηση της Νεφέλης…

Κι εκείνος το έκανε. Την διάβασε...την πίστεψε..την λάτρεψε.
Εκείνη όμως δεν άντεξε την οξυδέρκεια του, φοβήθηκε…κι έφυγε.
Αισθανόταν πολύ προβλέψιμη του είπε και την μείωνε αυτό.
Δεν ήθελε να πληγωθεί…
Για τον αν πληγώθηκε αυτός…αλλά όχι οι “σκοτεινοί” δεν πληγώνονται. Έχουν τόσο σκοτάδι μέσα τους που τα καλύπτει όλα...τα σκοτώνει, τα σβήνει. Δεν πονάνε αυτοί, δεν δακρύζουν.

Δεν της είπε τίποτα…αν και ήθελε να της πει πολλά...αλλά δεν υπήρχε πια λόγος.
Δεν την ξαναείδε από τότε.

Άπλωσε όλο το σκοτάδι του πάνω σε λευκές κόλλες χαρτί για να την διώξει απ’ το μυαλό του…
Λες και θα την ξεχνούσε αν έγραφε…

Τα πνεύματα όλων αυτών των καταραμένων ποιητών που λάτρευε λες και κρύφτηκαν μες την πένα του κι άρχισε να γράφει σαν δαιμονισμένος. Έτσι έδιωξε όλη την οργή που ένοιωθε μέσα του.

Δεκαεπτά χρόνια μετά έλαβε ένα γράμμα...ήταν από εκείνη. Που τον ανακάλυψε, πως έμαθε που βρίσκεται, γιατί του έγραψε;

Έκατσε στο γραφείο του, έβαλε ένα ποτό και άρχισε να ανοίγει το γράμμα αργά - αργά λες κι έκανε κάποια λεπτή χειρουργική επέμβαση σε κάποια καρδιά. Την δική του καρδιά.
Μέσα είχε μια φωτογραφία τους. Από τότε...σε κάποιο νησί.
Στο πίσω μέρος της φωτογραφίας, του είχε γράψει: “Σε είχα πάντα μαζί μου “σκοτεινέ”. Ε♥♥♥♥♥.

Για μια εβδομάδα δεν μπορούσε να κοιμηθεί, την έβλεπε συνέχεια μπροστά του με το που έκλεινε τα μάτια του.
Γιατί του έστειλε αυτή τη φωτογραφία; δεν υπήρχε λόγος να κάνει κάτι τέτοιο.

Ώσπου έμαθε το γιατί...
Η Νεφέλη είχε μια ανίατη ασθένεια και πριν λίγες μέρες είχε φύγει απ' την ζωή.

Αποφάσισε να απαντήσει στο γράμμα...της το όφειλε. Έπρεπε κάποια στιγμή να της πει αυτά που ήθελε.
“Νεφέλη μου είχες ζητήσει να μην δακρύσω ποτέ για σένα.
Λυπάμαι αλλά δεν το κατάφερα.
Ήθελες κάποια στιγμή να γράψω κάτι για σένα.
Μου είναι δύσκολο να βρω κάτι που να ΜΗΝ το έχω γράψει για σένα.
?...............

Υ.Γ. Μην λυπάσαι για έναν έρωτα που έχασες…να λυπάσαι αν δεν τον έζησες…

Γιατί τελικά η λέξη έρωτας δεν γράφεται…βιώνεται…

Χρήστος Καριώτης


ΜΗΝ ΧΑΘΕΙΣ ΣΕ ΠΑΡΑΜΥΘΙ…ΜΕ ΑΣΧΗΜΟ ΤΕΛΟΣ



Δεν θα μπορούσες να είσαι πιο αληθινή
Δεν θα μπορούσα να είμαι πιο απρόσωπος
Άλλο ένα φύλλο απογοήτευσης
πάνω στα καπηλευμένα ψήγματα της ευτυχίας σου

Είσαι εξαρτημένη στο χάος που σου προσφέρω
Είμαι η λαιμητόμος της κάθε σου ανάσας
Σε κάθε μου γκρεμό μπαίνεις μπροστά να πέσεις πρώτη
Αναλώνεσαι ικετεύοντας τα τιποτένια χάδια μου

Όσο κρύβεις τον πόνο σου…εγώ θα σε πληγώνω
Συντηρώ τις φοβίες σου…σου φυτεύω καινούργιες
Σκοτώνω κάθε ίχνος αυτοεκτίμησης που σου έχει απομείνει
Άνοιξε επιτέλους τα μάτια σου, τρέξε μακριά μου

Για πόσο ακόμα θ’ αγκαλιάζεις μια παγωμένη εικόνα;
Πόσο γλυκό μπορεί να είναι ένα φιλί από μαρμαρωμένα χείλη;
Ζητάς μια καινούργια αρχή…να γυρίσουμε σελίδα…
Μα το παραμύθι μας έχει τελειώσει…

Δεν διάβασες το τέλος;
Ο κακός λύκος πέθανε...
και η κοκκινοσκουφίτσα για να κρατήσει ζωντανό το παραμύθι της
αποφάσισε να παίξει και το ρόλο του λύκου...κι έφαγε τις σάρκες της.

Χρήστος Καριώτης

ΣΕ ΚΑΘΕ ΘΑΝΑΤΟ ΤΗΣ ΝΥΧΤΑΣ...ΣΕ ΘΥΜΑΜΑΙ


Κάθε φορά που πεθαίνει η νύχτα
τ' αστέρια γίνονται σκόνη
τότε γεννιούνται οι νεράιδες
απ' του φεγγαριού την μήτρα

Σ' έναν θάνατο της νύχτας
βρέθηκες μπροστά μου ξαφνικά
ντυμένη με τον μανδύα της σελήνης
κι έσβησες κάθε σκιά απ' την ψυχή μου

Έφτιαξες ένα ξέφωτο μόνο για μένα
και το έστρωσες με νυχτολούλουδα
Μα το σκοτάδι μου δεν είχε τελειωμό
και τα σκέπασε όλα...

Από τότε κάθε φορά που πεθαίνει η νύχτα
εσύ γίνεσαι σκόνη
τότε γεννιούνται κάποιοι στίχοι
μες απ' την καρδιά μου
Χρήστος Καριώτης

ΔΕΝ ΞΕΡΩ...


Δεν ξέρω τίποτα για σένα
κι ας έχει ιδρώσει το κορμί σου
επάνω στο δικό μου αμέτρητες φορές
Δεν μπορώ να σε διαβάσω
γιατί κάθε προσωπείο σου
έχει το δικό του χαρακτήρα

Σε κάθε δωμάτιο και μια σου εικόνα
Μα καμιά δεν έχει δική της φωνή

Δέσε μου τα μάτια
Κι άσε με να σε φανταστώ
Ξαπλωμένη σε λευκά μεταξωτά σεντόνια
Μ’ ανεμώνες στολισμένα τα μαλλιά σου
Να έχεις τα μάτια σου στραμένα στα δικά μου
Και να μου γνέφεις να ριχτώ στην αγκαλιά σου

Δεν ξέρω πότε είσαι αληθινή
ίσως μόνο όταν...υποκρίνεσαι

ΜΙΑ ΦΩΤΙΑ...



Όλοι κουβαλάμε μια φωτιά μέσα μας...

Την έχει ανάψει ένα ψέμα, μια αλήθεια, ένας έρωτας, κάποιο ανόητο μίσος...
Μας καίει κάθε νύχτα…τον καθένα με διαφορετική φλόγα…

Με καίει σαν κόλαση…τυλίγει τις μνήμες μου
Σε βλέπω, σε μυρίζω, σ’ αγγίζω
Είσαι ακόμη εδώ…για πόσο θα αντέξεις όμως;
Κάποτε προσπαθούσα να τρέξω, να φύγω μακριά να κρυφτώ απ’ τα φαντάσματα μου…
Φαντάσματα…λάθος…οι αλήθειες μου ήταν…απλά φοβόμουν να τις κοιτάξω κατάματα
Ερχόσουν σαν όνειρο κάθε φορά που μ’ έβλεπες να χάνομαι, να διαλύομαι
και μου έλεγες…''η απογοήτευση και η φυγή είναι για τους μοιρολάτρες και τους δειλούς.
Άσε την αγάπη να σε ματώσει…να γράψει με τ’ αγκάθια της επάνω σου τις πίκρες της, τις αγωνίες της, τα λάθη της…μόνο τότε θα καταλάβεις τι σημαίνει''
Αυτό το καταραμένο “σ’ αγαπώ” αν δεν το νιώσεις πρώτα να σε πνίγει μην το ξεστομίσεις.

Η ζωή έχει ένα ψέμα μια αλήθεια και μια φιλοσοφία
Το ψέμα...ότι είναι γλυκιά
Η αλήθεια…είναι γυναίκα...οπότε απρόβλεπτη
Η φιλοσοφία…σαν γνήσιο θηλυκό δεν σου δίνει πολύ χρόνο για να την καταλάβεις.

Τώρα ξέρω...

Όλοι κουβαλάμε μια φωτιά μέσα μας...
Κάποιοι...έχουνε γίνει ήδη στάχτη...
Χρήστος Καριώτης